― Δε μου έρχεται στο μυαλό τίποτα ... μπορείς να με βοηθήσεις να καταλάβω;
― Κοίτα να δεις, όταν θες να πεις ότι έκανες ή θα κάνεις πολλά πράγματα στη σειρά, δεν κρατάς σταθερό το ένα σου χέρι για να δείχνεις τη σειρά, ενώ με το άλλο λες τα πράγματα που έκανες ή θα κάνεις;
― Α, για να δω ...

Αύριο το πρωί θα ξυπνήσω και θα πάω την κόρη μου στο σχολείο, μετά θα γυρίσω στο σπίτι για να καθαρίσω, αργότερα θα επισκεφτώ τη φίλη μου να πιούμε καφέ και να κουβεντιάσουμε, και τέλος, κατά το μεσημεράκι, θα επιστρέψω στο σπίτι να μαγειρέψω και να περιμένω την κόρη μου και τον άντρα μου να φάμε.

― Πολύ σωστά! Αυτή η λέξη που έκανες κάθε φορά με το ένα χέρι για να δείξεις τι ήταν πρώτο, τι δεύτερο, τι τρίτο από όλα αυτά που έκανες με το άλλο χέρι, είναι σταθερή λέξη. Δεν αλλάζει. Για κοίτα κι αυτά:

Γεννήθηκα, μεγάλωσα, πήγα στο νηπιαγωγείο, μετά στο δημοτικό, μετά στο γυμνάσιο, μετά στο λύκειο και τέλος στο πανεπιστήμιο.

Τρεις μέρες ήμουνα στη Λευκωσία, μία βδομάδα στη Λάρνακα, ενώ πέρσι ήμουνα στην Ελλάδα.


Αυτές τις λέξεις τις λέμε βοηθητικές, διότι μας βοηθάνε στην επικοινωνία.